μεταχλωράλη

μεταχλωράλη
Πολυμερές της χλωράλης, που σχηματίζεται με επίδραση θειικού οξέος. Είναι στερεό κρυσταλλικό σώμα και μπορεί με απόσταξη να δώσει πάλι χλωράλη. Αυτή η διπλή μετατροπή της μ. χρησιμοποιείται στον καθαρισμό τη χλωράλης.
* * *
η
χημ. στερεό κρυσταλλικό σώμα, πολυμερές παράγωγο τής χλωράλης, που παράγεται με επίδραση θειικού οξέος σε αυτήν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • χλωράλη — Οργανική ουσία, που προέρχεται από την ακεταλδεΰδη με αντικατάσταση τριών ατόμων υδρογόνου με χλώριο (γι’ αυτό λέγεται και τριχλωρακεταλδεΰδη (CCl3–CHO). Την παρασκεύασε πρώτη φορά ο Γιούστους φον Λίμπιχ το 1832, από χλώριο και αιθυλική αλκοόλη:… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”